Στόν ἀπόηχο, ἀγαπητοί ἀδελφοί, τῆς τεσσαρακονθημέρου Ἀναστάσιμης περιόδου στήν σημερινή εὐαγγελική περικοπή ἀκούσαμε καί πάλι αὐτά πού εἶπε ὁ Ἰησοῦς λίγο πρό τοῦ φρικτοῦ Πάθους προσευχόμενος. Ἐκεῖ στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ κατά τήν Ἀρχιερατική Προσευχή ἡ Ἁγία Τριάδα συνομιλεῖ μεταξύ Της καί ἡ ἀνθρωπότητα εἰσπράττει τή σωτηρία ὡς τόν ἀγαθό καρπό αὐτῆς τῆς συνομιλίας. Μέσα σ’ ἕναν ἄλλο κῆπο, ἐκεῖνον τῆς Ἐδέμ, ὁ ἄνθρωπος ἔδιωξε τό Θεό ἀπό τήν ζωή του. Ἔχασε τήν ἐπικοινωνία μαζί Του. Ἤξερε γιά τό Θεό. Θυμόταν τό Θεό. Νοσταλγοῦσε τό Θεό, ἀλλά ἔχασε τόν ἴδιο τό Θεό. Ὁ Πατέρας Θεός ἔγινε ἄγνωστος, ἔγινε ξένος καί ἀντίπαλος. Αὐτή ἡ ἀποξένωση ἔφερε τήν πιό φρικτή ἄγνοια γιά τόν ἄνθρωπο, τήν ἄγνοια τοῦ Θεοῦ.
Μέσα στό πέρασμα τοῦ χρόνου ἡ ἀνθρωπότητα προσπάθησε νά κατακτήσει τή γνώση κομμάτι κομμάτι, ὅπως ἕνα βρέφος πού μαθαίνει καί συλλαβίζει λέξη-λέξη τή μητρική του γλῶσσα. Ἀνέπτυξε τήν ἐπιστήμη ἀπό τά πιό ἁπλοϊκά στάδια μέχρι τά πιό προηγμένα. Μέ δίψα ψηλαφεῖ τήν κτιστή πραγματικότητα. Προσπαθεῖ νά μάθει. Νά μάθει ὅσα μπορεῖ περισσότερα. Θέλει νά μαθαίνει περισσότερα, γιά νά γίνεται καλύτερος, γιά νά περνᾶ πιό εὐχάριστα, γιά νά γίνεται ἡ ζωή του λιγότερο ἀνυπόφορη. Συμβαίνει, ὅμως, τό ἑξῆς δραματικό καί ὀξύμωρο: ὅσο πιό πολλά μαθαίνει, τόσο νά διαπιστώνει τήν ἄγνοιά του· ὅσο πιό πολλά κατορθώνει, τόσο πιό πολύ νά δυσκολεύεται καί νά δυστυχεῖ. Οἱ γνώσεις καί οἱ ἐπιστῆμες τῆς γῆς ἐκφράζουν μία μυστική δίψα γιά τή μία καί μοναδική γνώση τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀγωνία τοῦ ἀνθρώπου νά μαθαίνει ἐκφράζει τήν ἀγωνία καί τόν πόθο του νά ξαναβρεῖ τό χαμένο Θεό του. Κάθε ἐπιστήμη, κάθε κτιστό δεδομένο, κάθε πληροφορία εἶναι μία ὑπενθύμιση τῆς θεϊκῆς Παρουσίας. Ἄν ἡ γνώση τοῦ κτιστοῦ δέν ὁδηγεῖ στήν ἀναζήτηση τοῦ ἀκτίστου, ἄν ἡ ἐπιστήμη δέν ὁδηγεῖ στήν ἀναζήτηση τοῦ Δημιουργοῦ, τότε κάθε ἀνθρώπινη σκέψη καί πείραμα καί συμπέρασμα εἶναι ἕνα σκαλοπάτι πρός τό ἔρεβος τοῦ κακοῦ καί πρός τόν ἄφατο πόνο τῆς μοναξιᾶς.
Στό ἀπόσπασμα τῆς Ἀρχιερατικῆς προσευχῆς ὁ Κύριος σήμερα μᾶς ἔδωσε τή λύση ὅλου αὐτοῦ τοῦ προβλήματος: «αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν καί ὅν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν». Ἡ γνώση καί ἡ ἐπιστήμη δέν ἐλευθέρωσαν τόν ἄνθρωπο ἀπό τό θάνατο. Περισσότερο τόν δέσμευσαν σ’ αὐτόν καί τοῦ δηλητηρίασαν τή ζωή. Ὁ Κύριος λέγει πώς ἡ ἀληθινή καί αἰώνια ζωή εἶναι ἡ γνώση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καί ἡ γνωριμία, δηλαδή ἡ ἀγαπητική σχέση μέ τόν Ἴδιο. Ὁ ἄνθρωπος μαθαίνει τά πάντα, ὅταν προσπαθήσει νά καλλιεργήσει συστηματικά αὐτή τή γνωριμία μέ τό Θεό. Μέσα ἀπό τή γνωριμία μέ Ἀυτόν μορφώνεται ἀληθινά καί σοφίζεται ἀλάνθαστα. Ἡ θεογνωσία εἶναι ἡ μοναδική μέθοδος καί ἡ μοναδική ἐπιστήμη πού ἀπεγκλωβίζει ἀπό τό θάνατο. Ἡ ἴδια ἡ γνωριμία μέ τό Θεό, ἡ ἀκύμαντη καί ἀδιάλειπτη σχέση μαζί Του γίνεται ἡ ἀληθινή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ζωή πού δέν ἔχει τέλος, πού δέν ἔχει θάνατο οὔτε φόβο οὔτε φθορά καί ἀσθένεια. Ὁ γνώριμος τοῦ Θεοῦ ἀσθενεῖ καί πεθαίνει μόνο σωματικά καί ὑλικά. Στήν πραγματικότητα ἀνθεῖ καί θάλλει αἰώνια. Κάθε περιπέτεια, κάθε ἀρρώστια, ἀκόμη καί ὁ σωματικός θάνατος, εἶναι σκαλοπάτια πού τόν ὁδηγοῦν βαθύτερα στή γνωριμία του μέ τό Θεό καί κάνουν τήν ἀγάπη του γιά τό Θεό πιό ἔντονη, πιό δυνατή, πιό βέβαιη, πιό ποθητή. Ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ ἀσίγαστος ἔρωτας τοῦ Θεοῦ, πού ἀνοίγει τά κελάρια τῶν ἀμέτρητων ἀγαθῶν καί τῶν ἀληθινῶν γνώσεων.
Σήμερα ἀκούσαμε τό συγκεκριμένο ἀπόσπασμα ἀπό τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, διότι τιμοῦμε τούς 318 Θεοφόρους Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, πού συνῆλθε τό 325 στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας. Οἱ Πατέρες ἀντιμετωπίζοντας τήν αἰρεση τοῦ Ἀρείου καλλιέργησαν τή γνώση τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό τιμῶνται ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, διότι ἡ γνωριμία τους καί ἡ σχέση τους μέ τό Θεό ἔγινε πρότυπο γιά τή δική μας σχέση μαζί Του.
Ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ καλλιεργεῖται σέ δύο ἐπίπεδα, στό ἐπίπεδο τῆς θεωρίας καί στό ἐπίπεδο τῆς πράξης. Ἡ σχέση μέ τό Θεό οἰκοδομεῖται μέσα ἀπό τό διάβασμα, τήν προσευχή, τή σκέψη καί τήν ἀναζήτηση. Χτίζεται, ὅμως, καί μέσ’ ἀπό τήν ἀγάπη, τήν προσφορά, τήν ἄσκηση, τή μετοχή στά μυστήρια, τόν πόνο καί τήν ὑπομονή τῆς ἀρετῆς.
Ὅλες οἱ ἀνθρώπινες γνώσεις, ἀγαπητοί, εἶναι θεμιτές καί χρήσιμες. Ἡ ἀληθινή γνώση, ὅμως, εἶναι ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ. Μόνον ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ ἀξιοποιεῖ ὅλες τίς ὑπόλοιπες γνώσεις καί τίς κάνει ὠφέλιμες καί χρηστικές. Ἡ γνωριμία μέ τό Θεό εἶναι ἡ γνώση πού ὁδηγεῖ στήν ἀληθινή χαρά καί στήν ἀδιάπτωτη καί αἰώνια ζωή, πού περιμένουμε καί ἐλπίζουμε νά βιώσουμε ὅλοι μας. Ἀμήν.