Η Μητρόπολη image
Η Ιερά Μητρόπολη Διδυμοτείχου, Ορεστιάδoς και Σουφλίου είναι μια από τις Μητροπόλεις των λεγομένων «Νέων Χωρών». Έδρα της είναι το Διδυμότειχο και στην πνευματική της δικαιοδοσία  υπάγεται το βόρειο τμήμα του Νομού Έβρου. Εντός των ορίων της Μητροπόλεως Διδυμοτείχου περιλαμβάνεται και ο Ιερός Ενοριακός Ναός Αγίου Γεωργίου Μάνης.
Η πρώτη μαρτυρία για την Επισκοπή Πλωτινουπόλεως χρονολογείται στα 434-435
Στα 879-880, στη Σύνοδο που συγκαλεί ο Πατριάρχης Φώτιος και επισημοποιεί τις αλλαγές που είχαν προκύψει στο χάρτη της Αυτοκρατορίας συναντάμε για πρώτη φορά την υπογραφή επισκόπου «Διδυμοτείχου». Βλέπουμε ότι ακολουθώντας τη διοικητική διαίρεση η επισκοπή Πλωτινουπόλεως αποσπάται από την επαρχία Αιμιμόντου και προσαρτάται στην επαρχία Ροδόπης, τώρα πλέον ως επισκοπή Διδυμοτείχου.
Το 1206 πέθανε στο Διδυμότειχο, όπου είχε αυτοεξοριστεί, ο πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης Ιωάννης Ι΄ Καματηρός, ενσαρκωτής του πνεύματος της αντίστασης εναντίον των Φράγκων και Βουλγάρων. (Ντίνου Χριστιανόπουλου «Σύντομη Ιστορία του Διδυμοτείχου», Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 16).
Οι αναστατώσεις και ερημώσεις του 13ου και ιδιαίτερα του 14ου αιώνα καθόρισαν σοβαρές ανακατατάξεις και στην εκκλησία. Έτσι στα πλαίσια της γενικότερης προώθησης του Διδυμοτείχου ακολουθεί και η εκκλησιαστική αναβάθμισή του.
Ο εκτεταμένος εξισλαμισμός και η εδραίωση της οθωμανικής κυριαρχίας στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα συνεπάγονται τον περιορισμό του ελληνικού στοιχείου σε αστικές νησίδες, ανάμεσα στις οποίες και το Διδυμότειχο. Η περιοχή του Διδυμοτείχου εξακολουθεί επί Τουρκοκρατίας να αποτελεί ιδιαίτερη Μητρόπολη, μία από τις τρεις σταθερές στο χώρο της σημερινής Ελληνικής Θράκης, μαζί με τις Μητροπόλεις της Μαρώνειας και της Ξάνθης.
Τον Απρίλιο του 1828 ξεσπά ο ρωσοτουρκικός πόλεμος. Οι ρώσοι φθάνουν στον Έβρο και η παρουσία τους μένει στη θύμηση των κατοίκων ως Πρώτη Ρωσία. Το τέλος του πολέμου σφραγίζεται με τη συνθήκη της Αδριανούπολης στις 14 Σεπτεμβρίου του 1829 με την οποία αναγνωρίζεται επίσημα η θρησκευτική ελευθερία του χριστιανικού πληθυσμού. Έτσι εκεί όπου οι συνθήκες και τα μέσα των κοινοτήτων το επιτρέπουν οι ταπεινές παλιές εκκλησιές αντικαθίστανται με νέες, μεγάλες, μνημειακές κατασκευές.
Το 1924 το Σουφλί αποσπάται από το Διδυμότειχο και σχηματίζει δική του Μητρόπολη. Το 1931 καταργείται η προσωρινή Μητρόπολη Νέας Ορεστιάδας που είχε δημιουργηθεί στη θέση της Μητρόπολης Αδριανουπόλεως και όλες οι ενορίες της αποδίδονται στην Μητρόπολη Διδυμοτείχου. Τον Ιούνιο του 1934 καταργείται και η Μητρόπολης Σουφλίου και ενσωματώνεται στη Μητρόπολη Διδυμοτείχου η οποία πλέον ονομάζεται Μητρόπολης Διδυμοτείχου, Ορεστιάδας και Σουφλίου, ενώ ο Μητροπολίτης έχει τη φήμη «Υπέρτιμος και Έξαρχος πάσης Ροδόπης και παντός Αιμιμόντου». Σήμερα η Μητρόπολη διαλαμβάνει 103 Ενορίες και ο Μητροπολίτης Διδυμοτείχου καταλαμβάνει την 29η θέση στην «Τάξη Πρωτοκαθεδρίας».
Ορισμένοι από τους Μητροπολίτες του Διδυμοτείχου άφησαν ανεξίτηλα τα ίχνη τους στην ιστορία της πόλης. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει ο αγιοποιημένος από την Εκκλησία, μαθητής του οσίου Μακαρίου, Μητροπολίτης Διδυμοτείχου Ιλαρίων. Στις ξεχωριστές φυσιογνωμίες του 19ου αιώνα αναμφισβήτητα εντάσσεται ο Διονύσιος, μητροπολίτης Διδυμοτείχου κατά το 1868-1873 ο οποίος έφθασε στη συνέχεια μέχρι τον Πατριαρχικό θρόνο και ο Φιλάρετος Βαφείδης, γνωστός ως «σοφός της Εκκλησιαστικής Ιστορίας» συγγραφέας κατά τον Γ. Λαμπάκη.
Σε ότι αφορά το Μητροπολιτικό κτίριο γνωρίζουμε ότι από τις αρχές του 20ου αιώνα γινόταν προσπάθειες για ανέγερση νέου Μητροπολιτικού Μεγάρου, μιας και το ηλικίας τότε 200 ετών ξυλεπένδυτο κτίριο είχε πλέον ερειπωθεί. Αυτοκρατορικό φιρμάνι της 9ης Σεπτεμβρίου 1905 αναφέρεται στην ανέγερση νέου κτιρίου της Μητρόπολης Διδυμοτείχου το οποίο τελικά κτίζεται μόλις το 1925-1928. Στο μεσοδιάστημα η Μητρόπολη φιλοξενείται στο Σελαμλίκ. Τέλος στα 1966 η Μητρόπολη αποκτά νέο κτίριο, αυτό που συναντάμε σήμερα.
http://www.imdos.gr/sample-page/%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%bf%cf%81%ce%b9%ce%ba%cf%8c/​​​




Ο Μητροπολίτης image
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου κ. Δαμασκηνός, κατά κόσμον Μηνάς Καρπαθάκης του Αποστόλου, γεννήθηκε στην Αθήνα το έτος 1959.
          Μετά την αποφοίτησή του από την Πρότυπο Ευαγγελική Σχολή Νέας Σμύρνης, σπούδασε Νομικά αρχικά και Θεολογία εν συνεχεία στις αντίστοιχες Σχολές του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επί διετίαν (1982-1985) ήσκησε δικηγορία εν Αθήναις.
          Εκάρη Μοναχός εις την Ιερά Μονή Ασωμάτων Πετράκη την 1η Φεβρουαρίου 1985, χειροτονήθηκε Διάκονος υπό του μακαριστού Μητροπολίτου Μεγάρων και Σαλαμίνος Βαρθολομαίου στις 23 Μαρτίου 1985 και Πρεσβύτερος υπό του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών Σεραφείμ στις 14 Σεπτεμβρίου 1987. Υπηρέτησε ως διάκονος, εφημέριος και Πρόεδρος του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του εν Αθήναις Ιερού Ναού Ζωοδόχου Πηγής, οδού Ακαδημίας.
          Διετέλεσε Γραμματεύς (1985-1990) και είτα Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος (1990-1998).
          Την 25η Ιανουαρίου 1995, εξελέγη υπό της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Βοηθός Επίσκοπος της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, υπό τον τίτλον της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Επισκοπής Διαυλείας και χειροτονήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 1995 προεξάρχοντος του μακαριστού Μητροπολίτου Δράμας Διονυσίου.
          Συμμετείχε ως Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Συνόδου πολλών Συνοδικών Επιτροπών και Εκκλησιαστικών Αποστολών στο εξωτερικό. Επιμελήθηκε με εντολή της Ιεράς Συνόδου της εκδόσεως των Συνοδικών Εγκυκλίων των ετών 1957-2000.
          Μητροπολίτης Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου, εξελέγη υπό της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος την 12ην Οκτωβρίου 2009 και ενθρονίσθηκε στο Διδυμότειχο στις 19 Νοεμβρίου 2009.
Διετέλεσε Τοποτηρητής της Ιεράς Μητροπόλεως Μαρωνείας και Κομοτηνής (2012-2013). Τυγχάνει τακτικό μέλος της Συνοδικής Επιτροπής επί της Αρχιγραμματείας και της Συνοδικής Επιτροπής Νομοκανονικών και Δογματικών Ζητημάτων.

ΦΗΜΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
Δαμασκηνού του Σεβασμιωτάτου και Θεοπροβλήτου Μητροπολίτου, της Αγιωτάτης Μητροπόλεως Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου,
Υπερτίμου και Εξάρχου πάσης Ροδόπης,
Ημών δε Πατρός και Ποιμενάρχου, πολλά τα έτη.